Τρίτη 28 Ιουνίου 2011

Σχολικά λεωφορεία...

... στην Ιαπωνία!

... και στην Ινδία!

Στην Ελλάδα;
Στην Ελλάδα τα σχολικά λεωφορεία σίγουρα δεν μοιάζουν με τα Ιαπωνικά, πολύ δε περισσότερο με τα Ινδικά.
Κι ενώ η χώρα βρίσκεται υπό ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗ εκείνο που παρατηρώ είναι ότι η γενική ΤΑΣΗ αλλά και το ΟΡΑΜΑ μας για τη χώρα είναι να μοιάσουμε τους Ινδούς!
Θα καταφέρουμε να φτάσουμε τόσο χαμηλά;

Chrisgio

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Να τα δικά μου ασημικά!

Μια φορά ήταν μια μανούλα που είχε τέσσερα παιδάκια. 
Το μεγαλύτερο ήταν έξι χρονών και το μικρότερο ίσα που μπουσούλαγε. 
Μόλις είχε μετακομίσει η οικογένεια στο δικό της σπιτάκι. Είχαν βάλει μέσα τα απαραίτητα και πολλά ακόμα έλειπαν για να το τελειώσουν. Σιγά-σιγά, όλα θα γίνουν, σκεφτόταν και μια χαρά μεγάλωναν τα βλασταράκια της.
Ένα απόγευμα χτυπάει το κουδούνι. Μια γειτόνισσα ήρθε για επίσκεψη.
Η πόρτα άνοιξε χαρούμενα και η άγνωστη κάθισε στο σαλόνι.
Άρχισε να μελετάει τους χώρους αδιάκριτα και μετά τα τυπικά, για καλή εγκατάσταση και τα παρόμοια, έκανε το μεγάλο λάθος.
-Βλέπω ότι ακόμα δεν έχετε επιπλώσει το σπίτι. Είπε με το θράσος που δίνει η αίσθηση της «ανωτερότητας».
-Όλα θα γίνουν, απάντησε η μανούλα, προσπαθώντας να φανεί ευγενική.
-Εδώ, αυτή η γωνιά είναι ό,τι πρέπει για να βάλεις μια βιτρίνα για τα ασημικά σου, συνέχισε η άλλη.
-Ααα, τα ασημικά μου!! Δεν το είχα σκεφτεί. Μισό λεπτάκι παρακαλώ. Είπε η μανούλα και άνοιξε την πόρτα που οδηγούσε στα υπνοδωμάτια.
-Παιδιά, ελάτε λίγο που σας θέλω, φώναξε.
Σε ένα λεπτάκι τα παιδάκια παρουσιάστηκαν. Πρώτα τα μεγαλύτερα μέσα στις μπογιές ζωγραφικής και αμέσως μετά ο τρίτος μπόμπιρας κουβαλώντας και σέρνοντας σχεδόν το μικρό αδερφάκι του.
Αυτό που είδε η γειτόνισσα δεν πρόκειται να το ξεχάσει. 
Και αυτά που άκουσε ίσως να της έδωσαν ένα καλό μάθημα.
Ο πιτσιρίκος που έσερνε το μικρό, είχε πασαλειφτεί ολόκληρος σχεδόν με μερέντα στα χεράκια και στο πρόσωπο και το μωράκι, μέσα στη μερέντα και αυτό γλύφονταν με ευχαρίστηση.
Ααα! έκανε η ξένη, λερώθηκαν!
-Να τα δικά μου ασημικά! Είπε με καμάρι η μάνα.

Η γειτόνισσα, όπως έμαθα, δεν επισκέφτηκε άλλη φορά τη μανούλα που δεν είχε ασημικά για να βάλει σε έπιπλο, αλλά ασημικά και μαλάματα της καρδιάς της, πασαλειμμένα με μερέντα και χρώματα ζωγραφικής.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Ο Γιώργος ξύπνησε – για λίγο...

Tου Στέφανου Κασιμάτη
Ξέρω ότι δεν σας είναι εύκολο να το πιστέψετε, αλλά, την Παρασκευή στη Βουλή, απαντώντας στον Τσίπρα, ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ασυνήθιστα καλός. Ήταν ένας άλλος Γιώργος, χωρίς «των δειλών τα παρακάλια και παράπονα», χωρίς την κλάψα και την αυτομαστίγωση. Ήταν ένας Γιώργος που έπειθε το ακροατήριό του ότι πιστεύει στην πολιτική που εφαρμόζει – ή, μάλλον, που προσπαθεί να εφαρμόσει. Τη διαφορά, μάλιστα, πρόσεξαν και βουλευτές της αντιπολίτευσης και τη σχολίαζαν αργότερα. Σε τι αποδίδεται η (περιστασιακή, δυστυχώς) μεταμόρφωση του πρωθυπουργού; Μα, προφανώς, στον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως με το ηλεκτροσόκ, έτσι και ο οργανισμός του Γιώργου φαίνεται ότι αντέδρασε στην υπερβολική έκθεσή του σε ένα μείγμα αρλούμπας, αγένειας και κουτσαβακισμού, για το οποίο ο Τσίπρας διακρίνεται.

Επομένως, επειδή είναι ανάγκη, επιτέλους, να δείξει ο πρωθυπουργός πυγμή, προτείνω στον Πωλ πριν από κάθε σημαντική ομιλία του Γιώργου, να τον «ντοπάρει» με μια ισχυρή δόση Τσίπρα. Πώς; Πολύ απλό: τον δένει σε μια καρέκλα και τον βάζει να βλέπει με το ζόρι μισή ώρα ένα best of του Τσίπρα. Συγχρόνως, δε, να τον τσιμπάει ελαφρά, σε στιγμές που δεν το περιμένει, με μια καρφίτσα, ώστε να εκνευρίζεται και να ξυπνάει. Καταλαβαίνω ότι νομίζετε πως αστειεύομαι. Εγώ όμως το εννοώ, όσο και αν η μέθοδος που προτείνω είναι ανορθόδοξη. Εδώ που φθάσαμε, ας το δοκιμάσουμε κι αυτό, μπας και...

Από την Καθημερινή

Κυριακή 12 Ιουνίου 2011

Οι αγανακτισμένοι πολίτες άλλων εποχών (και η κατάληξη τους)

Του Γιώργου Δαμιανού
Χαίρομαι να βλέπω κόσμο στις πλατείες, να σηκώνεται από τον καναπέ του και να δηλώνει ξεκάθαρα την οργή του. Χαίρομαι, ακόμα πιο πολύ, όταν κατεβαίνουν στις πλατείες πρωτόβγαλτοι νέοι και οι αγανακτισμένοι φιλήσυχοι νοικοκυραίοι. Ποιον ενδιαφέρει, άλλωστε, μια συγκέντρωση που συμμετέχουν οι γνωστοί συνδρομητές των διαδηλώσεων; Η περίπτωση των αγανακτισμένων του 2011 με απασχόλησε έντονα και συνεχίζει να με απασχολεί. Έξω οι κλέφτες, να φύγουν, κάτω το παλαιοκομματικό σύστημα, κάτω το αστικό κράτος, δεν πληρώνω κ.ά. είναι μερικά από τα συνθήματα τους. Δηλώνουν αγανάκτηση, οργή, απογοήτευση αλλά, δυστυχώς,  δε δηλώνουν πολιτική. Είτε τους αρέσει είτε όχι η λύση θα δοθεί μέσα από το κτήριο που, τώρα, φασκελώνουν. Αλίμονο μας, αν δοθεί από κάπου αλλού. Και για να δοθεί η λύση πρέπει να υπάρχουν στοιχειώδεις προτάσεις, στοιχειώδης οργάνωση, στοιχειώδης ιδεολογία, στοιχειώδης λογική και όχι μόνο συναίσθημα. Αν μιλάμε για πολιτική, πρέπει να μας ενδιαφέρει η διαχείριση αυτής της πολιτείας, το πως θα παραχθούν τα αγαθά, το πως και με πιο κριτήριο θα διανεμηθούν, τι θα γίνει με τις ανειλημμένες υποχρεώσεις, με ποιους θα συμμαχήσουμε και ποιους θα πολεμήσουμε, εντός και εκτός ελληνικής κοινωνίας. Διαφορετικά η κατάληψη των πλατειών θα θυμίζει μια μαθητική κατάληψη σχολείου με τους μαθητές στα παράθυρα να φωνάζουν “για την παιδεία, για τον έρωτα και την παγκόσμια ειρήνη” και την κοινωνία να είναι πεπεισμένη ότι μέχρι το τέλος της εβδομάδας θα βαρεθούν και θα ξαναγυρίσουν στα σχολεία τους. Όπως και να ‘χει η συμμετοχή στις λαϊκές κινητοποιήσεις είναι μια λύση, αρκεί να μη μείνουμε μόνο στην αγανάκτηση και τα φάσκελα, γιατί έτσι σε τι θα διαφέρει από το γήπεδο;

Διαβάστε παρακάτω τρία ιστορικά γεγονότα αγανακτισμένων πολιτών, που κινήθηκαν είτε από το συναίσθημα (Λουδίτες, Σκιαδίτες) και δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, είτε καπηλεύτηκαν τη οργή του κόσμου (περίπτωση Βαλέσα) και απομακρύνθηκαν από την πολιτική καταπίεση για να οδηγηθούν στην εκκλησιαστική. Εξαιρέθηκε ο Μάης του ΄68, γιατί εκεί δεν είχαμε αγανακτισμένους με  ειρηνικά Happenings, αλλά πραγματικούς επαναστάτες (αναρχικούς, τροτσκιστές, κομμουνιστές, σοσιαλιστές κα), οι οποίοι προσπάθησαν με κίνδυνο τη ζωή τους να αλλάξουν τον κόσμο. Το τι κατάφεραν είναι μια άλλη, μεγάλη, υπόθεση...

Οι Λουδίτες
Λουδίτες ονομάστηκαν στις αρχές 1800 οι οπαδοί του λεγόμενου «βασιλιά Ludd», μη υπαρκτού προσώπου ενδεχομένως. Έδρασαν στην  Αγγλία καταστρέφοντας τις νέες μηχανές και κηρύσσοντας πόλεμο στην τεχνολογίας γενικότερα. Επρόκειτο για υφαντουργούς που ένιωθαν να χάνουν τις δουλειές τους λόγω της εμφάνισης των υφαντικών μηχανών. Η μέθοδος δράσης των λουδιτών υπήρξε μοναδική. Προειδοποιούσαν με ανώνυμες επιστολές τον ιδιοκτήτη του υφαντουργείου που επρόκειτο να χτυπήσουν και του ζητούσαν να αποσύρει τις μηχανές του. Όταν αυτός δεν συμμορφωνόταν, συγκεντρώνονταν οι υφαντουργοί της περιοχής σε κάποιο κοντινό χώρο, μουτζούρωναν τα πρόσωπά τους για να μην αναγνωρίζονται και εφορμούσαν με ό,τι εργαλείο ή όπλο διέθεταν. Ο Μαρξ, αν και βρισκόταν στην παρανομία και θα μπορούσε να καρπωθεί την οργή των αγανακτισμένων Λουδιτών, εναντιώθηκε στην τακτική τους (Να τι χρειάζεται η ηγεσία) υποστηρίζοντας: “Χρειάζεται χρόνος και πείρα για να μάθει ο εργάτης να διακρίνει τις μηχανές από την κεφαλαιοκρατική τους χρησιμοποίηση κι έτσι να στρέψει τις επιθέσεις του όχι ενάντια στα ίδια τα υλικά μέσα παραγωγής, αλλά ενάντια στην κοινωνική μορφή της εκμετάλλευσής τους.

Τα Σκιαδικά
Η επόμενη ιστορική αναφορά έμεινε γνωστή (μάλλον άγνωστη στο ευρύ κοινό) με τον όρο τα “Σκιαδικά”. Το πάθος της νεολαίας δεν ήταν ικανό να μετατραπεί σε πολιτικό κίνημα, γιατί ακριβώς του έλειπε η οργάνωση. Με την ονομασία «Σκιαδικά» έμειναν στην ιστορία τα επεισόδια μεταξύ της μαθητιώσας νεολαίας και της Χωροφυλακής, που συνέβησαν στην Αθήνα στις 10 και 11 Μαΐου 1859. Ήταν ένα φαινομενικά άσχετο γεγονός, που οδήγησε τρία χρόνια αργότερα στην έξωση του βασιλιά Όθωνα.
Όλα ξεκίνησαν από μια διαπίστωση του Υπουργού Εξωτερικών, Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή, ο οποίος σε συζητήσεις τόνιζε την ανάγκη στήριξης της εγχώριας παραγωγής. Και έφερνε ως παράδειγμα, ότι οι Έλληνες θα έπρεπε να δείχνουν την προτίμησή τους στα ντόπια ψάθινα καπέλα (σκιάδια) που κατασκευάζονταν στη Σίφνο και όχι στα εισαγόμενα από το εξωτερικό, που ήταν και ακριβότερα.
Την ιδέα του Ραγκαβή ενστερνίσθηκε ο γιος του, Κλέων, ο οποίος έπεισε τους συμμαθητές του να φορούν σιφνέικα σκιάδια, στολισμένα με γαλανόλευκες κορδέλες, στις κυριακάτικες εξόδους τους στο Πεδίο του Άρεως. Γρήγορα έγιναν μόδα και σήμα κατατεθέν της προοδευτικής νεολαίας της Αθήνας («Γαριβαλδινοί»), σε αντίθεση με τους καθεστωτικούς νεολαίους, που φορούσαν άσπρα ψηλά καπέλα και απεκαλούντο «Αυστριακοί».
Προ του κινδύνου να χάσουν την πελατεία τους, οι εισαγωγείς καπέλων έστειλαν υπαλλήλους τους στο Πεδίο του Άρεως με αστεία και κουρελιασμένα σκιάδια, προκειμένου να διακωμωδήσουν τους μαθητές (10 Μαΐου 1859). Οι άνθρωποι των εισαγωγέων προκάλεσαν τους νεαρούς, με αποτέλεσμα να επακολουθήσει συμπλοκή. Η Χωροφυλακή πήρε το μέρος τους και αφού ξυλοφόρτωσε μαθητές και φοιτητές, προέβη σε τρεις συλλήψεις.
Τα επεισόδια συνεχίστηκαν και την επόμενη μέρα. Σπουδαστές και πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκαν στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου και συγκρότησαν πορεία προς το Υπουργείο Εσωτερικών για να απαιτήσουν από τον υπουργό Κωνσταντίνο Προβελέγγιο την παύση του αστυνομικού διευθυντή Αθηνών Δημητριάδη και την απελευθέρωση των συλληφθέντων μαθητών. Ο Προβελέγγιος δεσμεύτηκε ότι θα εξετάσει το αίτημά τους, αλλά αυτό δεν άρεσε στους φοιτητές, που ζήτησαν ακρόαση από τον Όθωνα για το ίδιο θέμα. Ο βασιλιάς αρνήθηκε να τους δεχθεί, γεγονός που όξυνε τα πνεύματα.
Οι νέοι ξαναγύρισαν στα Προπύλαια, με άγριες διαθέσεις αυτή τη φορά. Τότε επενέβη ο φρούραρχος Αθηνών, Μιχαήλ Σούτσος, επικεφαλής μεγάλης στρατιωτικής δύναμης, και τους διέλυσε. Η ενέργειά του αυτή προκάλεσε αντιδράσεις. Ο γερουσιαστής Δημήτριος Χρηστίδης θεώρησε την έφοδο του στρατού στο Πανεπιστήμιο, πράξη «κατά του ασύλου των επιστημών» και ανέπτυξε την άποψη ότι το Πανεπιστήμιο «ως ναός του πνεύματος» πρέπει να απολαμβάνει το προνόμιο του απαραβίαστου για τους πάντες. Ήταν μία από τις πρώτες αναφορές στη χώρα μας για το πανεπιστημιακό άσυλο.
Αργά το απόγευμα της 11ης Μαΐου 1859 συνεδρίασε το Υπουργικό Συμβούλιο υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Αθανάσιου Μιαούλη και απέπεμψε τον αστυνομικό διευθυντή Αθηνών Δημητριάδη, ενώ διέταξε την απελευθέρωση των τριών συλληφθέντων μαθητών. Τα «Σκιαδικά» ήταν η πρώτη δυναμική εκδήλωση κατά των απολυταρχικών μεθόδων του καθεστώτος και ενίσχυσε το αγωνιστικό φρόνημα των αντιπάλων του Όθωνα. Πρωτοστάτης της διαμαρτυρίας ήταν το Πανεπιστήμιο, επαληθεύοντας την προφητική ρήση του Γέρου του Μωριά, που όταν χτιζόταν είπε δείχνοντάς το: «Το σπίτι αυτό θα φάει το σπίτι εκείνο», εννοώντας το Παλάτι.

Ένας ιερέας διοικεί, σήμερα, την επαναστατική “αλληλεγγύη
Το τρίτο ιστορικό παράδειγμα αγανακτισμένων πολιτών αφορά στην Πολωνική λαϊκή εξέγερση κατά του δικτάτορα Γιαρουζέλσκι. Η εξέγερση δεν ήταν ανοργάνωτη. Το αντίθετο μάλιστα. Διέθετε την ισχυρή υποστήριξη της παπικής εκκλησίας με “πρωτεργάτη” τον Πολωνό Ποντίφικα Karol Józef Wojtyła (Ιωάννης Παύλος ΙΙ, 1920- 2005). Τελικά, η εξέγερση πέτυχε τα συμφέροντα της ηγεσίας αλλά ο λαός δυστύχησε και πάλι. Χαρακτηριστική  περίπτωση καπηλείας των λαϊκών αιτημάτων
Ποιος διοικεί τώρα την “αλληλεγγύη”;
Όσο και αν φαίνεται παράξενο το ιστορικό συνδικαλιστικό όργανο “αλληλεγγύη” (solidarnosch), το οποίο ακόμα σήμερα αριθμεί 10 εκατ. μέλη, διοικείται από έναν ιερέα της καθολικής εκκλησίας: τον Maciej Zieba, 55 ετών. Ήταν κοινό μυστικό από την εποχή του Βαλέσα ότι πίσω από τις εργατικές κινητοποιήσεις στην Πολωνία κρύβεται η παπική εκκλησία και ο Πολωνός Πάπας Giovanni Paolo II.

Στην εποχή μας, που όλες οι ραδιουργίες γίνονται απροκάλυπτα, ωμά και ανερυθρίαστα οι καθολικοί παπάδες ανέλαβαν την εκπροσώπηση των εργατών όχι μόνο ενώπιον του Θεού, αλλά και ενώπιον του αφεντικού τους.

Κατακαημένη εργατική τάξη!!
Τι άλλο θα δεις ακόμα;

Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Γράμμα από τη Φουκουσίμα: Από έναν Βιετναμέζο-Γιαπωνέζο αστυνομικό προς τον αδελφό του στο Βιετνάμ

Μου το έστειλε
ο καλός φίλος και δάσκαλος
Κυριάκος Κυριακίδης

Ένα καταπληκτικό κείμενο που αξίζει δημοσίευσης

Αυτό σημαίνει πολιτισμός.
Αυτό σημαίνει ανθρωπιστική παιδεία.
Ομολογώ ότι συγκινήθηκα.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΩΣΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ !!!!
Γι΄αυτό η Ιαπωνία έκανε θαύματα και ξεπερνάει τις κρίσεις της εύκολα....
Παράδειγμα για την χώρα μας και τους ανεγκέφαλους υπεύθυνους στην παιδεία και τους συχνά αργόσχολους εκπαιδευτικούς...
Η παρακάτω επιστολή γράφτηκε από τον Βιετναμέζο μετανάστη Ha Minh Thanh, ο οποίος εργάζεται ως αστυνόμος στη Φουκουσίμα, και εστάλη σε έναν φίλο του στην πατρίδα του. Δημοσιεύθηκε στο New America Media στις 19 Μαρτίου. Αποτελεί μαρτυρία για την δύναμη του πνεύματος των Ιαπώνων αλλά και ένα ενδιαφέρον "στιγμιότυπο" ζωής κοντά στο κέντρο της Ιαπωνικής κρίσης, το πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα. Η επιστολή μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον αρχισυντάκτη του New America Media, Andrew Lam, συγγραφέα μεταξύ άλλων του East Eats West : Writing in Two Hemispheres.

Αδελφέ μου,

Πώς είσαι εσύ και η οικογένειά σου; Τις τελευταίες μέρες εδώ όλα είναι ένα χάος. Όταν κλείνω τα μάτια μου, βλέπω νεκρά σώματα. Όταν τα ανοίγω, βλέπω πάλι νεκρά σώματα. Πρέπει όλοι μας να δουλεύουμε 20 ώρες την ημέρα. Θα ήθελα η κάθε μέρα να είχε 48 ώρες, για να συνεχίζουμε να βοηθάμε και να σώζουμε τον κόσμο. Είμαστε χωρίς νερό και ηλεκτρικό, και τα αποθέματα φαγητού έχουν σχεδόν εξαντληθεί. Και με το που καταφέρνουμε να μετακινήσουμε τους πρόσφυγες από το ένα σημείο στο άλλο, έρχονται καινούργιες διαταγές να τους πάμε ακόμα παραπέρα. Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στη Φουκουσίμα, περίπου 25 χλμ μακριά από το πυρηνικό εργοστάσιο. Έχω τόσα πολλά να σου πω, που αν τα έγραφα είμαι σίγουρος ότι θα έβγαινε ολόκληρο μυθιστόρημα για τις ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές σε στιγμές κρίσης.

Ο κόσμος έχει παραμείνει ήρεμος. Η αίσθηση αξιοπρέπειας και σωστής συμπεριφοράς που έχουν είναι πολύ καλή, γι' αυτό και τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο θα μπορούσαν να είναι. Αλλά, σε μια εβδομάδα από τώρα, δεν μπορώ να εγγυηθώ ότι θα είμαστε ακόμη σε θέση να προσφέρουμε προστασία και τάξη. Άνθρωποι είναι κι αυτοί. Κι όταν η πείνα και η δίψα ξεπεράσουν την αξιοπρέπεια, τότε θα κάνουν, δεν ξέρω, αυτό που θα πρέπει να κάνουν. Η κυβέρνηση προσπαθεί να στείλει προμήθειες μέσω αέρος, τροφή και φάρμακα, αλλά είναι σαν να ρίχνεις μια χούφτα αλάτι στον ωκεανό.

Αδελφέ μου, μου έτυχε και κάτι πραγματικά συγκινητικό, με ένα μικρό Γιαπωνεζάκι, που έδωσε σε μένα τον ενήλικα μάθημα ζωής για το πως να συμπεριφέρομαι σαν άνθρωπος.

Χθες το βράδυ, με έστειλαν σε ένα σχολείο να βοηθήσω μια φιλανθρωπική οργάνωση να μοιράσει φαγητό στους πρόσφυγες. Η ουρά ήταν στριφογυριστή και τεράστια. Κάποια στιγμή εντόπισα ένα μικρό αγόρι, περίπου 9 ετών. Φορούσε ένα T-shirt και ένα σορτσάκι. Το κρύο όλο και μεγάλωνε, και το αγοράκι ήταν ακριβώς στο τέλος της ουράς. Σκέφτηκα ότι μέχρι να έρθει η σειρά του, δεν θα έχει μείνει καθόλου φαγητό. Πήγα κοντά του και του μίλησα. Μου είπε ότι ήταν στο σχολείο όταν έγινε ο σεισμός.

Ο πατέρας του δούλευε εκεί κοντά και οδηγούσε προς το σχολείο. Ο μικρός είχε ήδη φτάσει στον μπαλκόνι του τρίτου ορόφου του σχολείου, όταν είδε το τσουνάμι να παρασύρει το αυτοκίνητο του πατέρα του.

Τον ρώτησα για την μητέρα του. Είπε ότι το σπίτι τους βρισκόταν ακριβώς δίπλα στην παραλία και ότι η μητέρα και η μικρή του αδερφή το πιθανότερο είναι να μην επέζησαν. Γύρισε το κεφάλι του αλλού και σκούπισε τα δάκρυά του όταν τον ρώτησα για τους συγγενείς του. Ο μικρούλης έτρεμε από το κρύο και έτσι έβγαλα και του έδωσα το μπουφάν που φορούσα. Τότε ήταν που έπεσε η σακούλα με το συσσίτιό μου. Το σήκωσα και του το έδωσα.  "Όταν έρθει η σειρά σου, μπορεί να έχει τελειώσει το φαγητό. Πάρε τη μερίδα μου. Εγώ έχω ήδη φάει. Πάρε την να την φας εσύ."

Το αγόρι πήρε το σακουλάκι και υποκλίθηκε. Νόμιζα ότι θα έτρωγε αμέσως, αλλά δεν το έκανε. Πήρε τη σακούλα με το φαγητό και πήγε και την εναπόθεσε στην αρχή της γραμμής, εκεί που ήταν συγκεντρωμένο όλο το φαγητό για διανομή. Σοκαρίστηκα. Τον ρώτησα γιατί δεν έφαγε και έβαλε τη σακούλα μαζί με τα άλλα φαγητά. Και μου λέει:  "Γιατί βλέπω πολλούς άλλους πολύ πιο πεινασμένους από μένα. Αν τη βάλω εκεί τότε θα μοιραστεί ισότιμα!  "

Όταν το άκουσα αυτό πήγα και στάθηκα παραπέρα, γιατί δεν ήθελα να με δει ο κόσμος να κλαίω. Η κοινωνία που μπορεί να εμφυσήσει σε ένα εννιάχρονο παιδί την έννοια της θυσίας για το ευρύτερο καλό, πρέπει να είναι μια σπουδαία κοινωνία, σπουδαίος λαός.

Σου έγραψα δύο γραμμές για να στείλω τις ευχές μου σε σένα και την οικογένειά σου. Πρέπει να επιστρέψω στη βάρδια μου.

Για το πρωτότυπο πατήστε εδώ
 
http://newamericamedia.org/2011/03/letter-from-fukushima-a-vietnamese-japanese-police-officers-account.php